Ετερογενής στα ολλανδικά
Μετάφραση: ετερογενής, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
sortering, divers, heterogeen, heterogene, heterogeniteit, van heterogene
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ετερογενής
ετερογενης συνώνυμα, ετερογενής φωτοκατάλυση, ετερογενής κατάλυση, ετερογενής συνώνυμο, ετερογενής λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ετερογενής στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- εταίρα στα ολλανδικά - snol, courtisane, courtesan, courtisane van
- εταιρία στα ολλανδικά - ferm, vast, gevestigd, gezelschap, stevig, handelsfirma, compagnie, ...
- ετικέτα στα ολλανδικά - label, etiket, tag, markering
- ετοιμασία στα ολλανδικά - inrichting, schikking, organisatie, regeling, zetting, maatregel, akkoord, ...
Τυχαίες λέξεις
Ετερογενής στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: sortering, divers, heterogeen, heterogene, heterogeniteit, van heterogene
Μεταφράσεις: sortering, divers, heterogeen, heterogene, heterogeniteit, van heterogene