Sortering στα ελληνικά
Μετάφραση: sortering, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ετερογενής, μίγμα, ανακατεμένος, διαλογή, διαλογής, τη διαλογή, ταξινόμηση, ταξινόμησης
Μεταφράσεις
- soppen στα ελληνικά - βουτώ, βουτιά, εμβάπτιση, εμβάπτισης, dip, εμβαπτίσεως
- sopraan στα ελληνικά - σοπράνο, soprano, τη σοπράνο, υψίφωνο, υψίφωνος
- souffleur στα ελληνικά - υποβολέας, υποβολεύς, prompter, ταχύτερη, γρηγορότερη
- souper στα ελληνικά - δείπνο, βραδυνό, βραδινό, το δείπνο, το βραδυνό
Τυχαίες λέξεις
Sortering στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ετερογενής, μίγμα, ανακατεμένος, διαλογή, διαλογής, τη διαλογή, ταξινόμηση, ταξινόμησης
Μεταφράσεις: ετερογενής, μίγμα, ανακατεμένος, διαλογή, διαλογής, τη διαλογή, ταξινόμηση, ταξινόμησης