Θαμώνας στα ολλανδικά

Μετάφραση: θαμώνας, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beschermheilige, beschermheer, stamgast, Habitue, habitué, vaste bezoeker, Habitue geweest
Θαμώνας στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θαμώνας

θαμώνας συνώνυμο, θαμώνας λεξικό, θαμώνας λεξικό γλώσσας ολλανδικά, θαμώνας στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • θαμπός στα ολλανδικά - toonloos, gesmoord, donker, bot, duister, schemerig, dof, ...
  • θαμπώνω στα ολλανδικά - blinde, blind, verblinden, dof, benevelen, leep, blear, ...
  • θανάσιμος στα ολλανδικά - persoon, knul, snuiter, kerel, moorddadig, enkeling, menselijk, ...
  • θανατηφόρα στα ολλανδικά - fataal, dodelijk, noodlottig, fatale, dodelijke
Τυχαίες λέξεις
Θαμώνας στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: beschermheilige, beschermheer, stamgast, Habitue, habitué, vaste bezoeker, Habitue geweest