Θημωνιά στα ολλανδικά

Μετάφραση: θημωνιά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hooiberg, stack, stapel
Θημωνιά στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θημωνιά

θημωνιά cafe, θημωνιά τι σημαινει, θημωνιά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, θημωνιά στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • θηλυκός στα ολλανδικά - wijfje, vrouwelijk, vrouwtje, vrouw, vrouwelijke
  • θηλυπρεπής στα ολλανδικά - verwijfd, verwijfde, vrouwelijk, effeminate, ontuchtigen
  • θηριοτροφείο στα ολλανδικά - menagerie, menagerie van, menagerie van de, De Menagerie van, De Menagerie van de
  • θηριώδης στα ολλανδικά - doldriftig, nors, onaardig, wild, honds, nurks, woest, ...
Τυχαίες λέξεις
Θημωνιά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: hooiberg, stack, stapel