Κάγκελα στα ολλανδικά
Μετάφραση: κάγκελα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
leuningen, balustrades, relingen, hekwerken, railings
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κάγκελα
κάγκελα ασφαλείας για παιδιά jumbo, κάγκελα μπαλκονιών, κάγκελα στα αγγλικά, κάγκελα τιμές, κάγκελα περίφραξης τιμές, κάγκελα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κάγκελα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ιός στα ολλανδικά - virus, virussen, het virus, virus te
- κάβα στα ολλανδικά - bol, gewelf, kelder, de kelder, wijnkelder, kelder van, In de kelder
- κάγκελο στα ολλανδικά - scheidsmuur, bar, versperring, barrière, afsluiten, afdammen, belemmeren, ...
- κάδος στα ολλανδικά - emmer, bak, bucket
Τυχαίες λέξεις
Κάγκελα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: leuningen, balustrades, relingen, hekwerken, railings
Μεταφράσεις: leuningen, balustrades, relingen, hekwerken, railings