Κακά στα ολλανδικά
Μετάφραση: κακά, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
slecht, slechte, bad, erg, kwaad
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κακά
κακά λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κακά στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- καινούριος στα ολλανδικά - nieuw, opkomend, groentje, eerstejaars, eerstejaarsstudent, freshman, eerstejaarsstudentjaar
- καιρός στα ολλανδικά - tijd, weer, maal, weder, poos, keer, weersomstandigheden, ...
- κακάο στα ολλανδικά - cacao, cacao-, van cacao, chocolademelk
- κακία στα ολλανδικά - ontucht, slechtheid, goddeloosheid, boosheid, kwaad, verdorvenheid
Τυχαίες λέξεις
Κακά στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: slecht, slechte, bad, erg, kwaad
Μεταφράσεις: slecht, slechte, bad, erg, kwaad