Κλοπή στα ολλανδικά

Μετάφραση: κλοπή, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ontvreemding, diefstal, diefstal van, creditcardfraude, diefstal te
Κλοπή στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλοπή

κλοπή χρημάτων ονειροκρίτης, κλοπή ρεύματος, κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας, κλοπή κινητού, κλοπή iphone, κλοπή λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κλοπή στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κλινοσκεπάσματα στα ολλανδικά - linnen, beddegoed, beddengoed, bedden, aanwezige bedden, strooisel
  • κλονισμός στα ολλανδικά - ruk, schok, schokken, schudden, het schudden, shaking, schudt, ...
  • κλοτσώ στα ολλανδικά - schoppen, trappen, Kicking, schoppend, Het schoppen, schoppen van
  • κλουβί στα ολλανδικά - kooi, de kooi, cage, kooi van, kooien
Τυχαίες λέξεις
Κλοπή στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ontvreemding, diefstal, diefstal van, creditcardfraude, diefstal te