Κλοπή στα πορτογαλικά
Μετάφραση: κλοπή, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
teatro, furto, roubo, roubo de, o roubo, roubos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κλοπή
κλοπή χρημάτων ονειροκρίτης, κλοπή ρεύματος, κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας, κλοπή κινητού, κλοπή iphone, κλοπή λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κλοπή στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- κλινοσκεπάσματα στα πορτογαλικά - alinhar, linho, cama, roupas de cama, roupa de cama, da cama, roupas
- κλονισμός στα πορτογαλικά - zombar, empurrão, sacudindo, tremer, agitando, agitação, tremendo
- κλοτσώ στα πορτογαλικά - chutar, chute, teclado, pontapé, Chutar, Kicking, Chutando, ...
- κλουβί στα πορτογαλικά - jaula, gaiola, gaiola de, caixa, cage
Τυχαίες λέξεις
Κλοπή στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: teatro, furto, roubo, roubo de, o roubo, roubos
Μεταφράσεις: teatro, furto, roubo, roubo de, o roubo, roubos