Κορσάζ στα ολλανδικά

Μετάφραση: κορσάζ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
corsage
Κορσάζ στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κορσάζ

κορσάζ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κορσάζ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κοροϊδία στα ολλανδικά - aanfluiting, spot, spoof, parodie, parodieontwerp, parodie van
  • κοροϊδεύω στα ολλανδικά - malloot, domkop, domoor, clown, dwaas, sufferd, stomkop, ...
  • κορσέ στα ολλανδικά - korset, corset, keurs lijf, korsettenmaker
  • κορυδαλλός στα ολλανδικά - leeuwerik, Lark, lokvogels, de Leeuwerik, leeuweriken
Τυχαίες λέξεις
Κορσάζ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: corsage