Κουβέρτα στα ολλανδικά

Μετάφραση: κουβέρτα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
deken, dekentje, een deken, dekens
Κουβέρτα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κουβέρτα

κουβέρτα αλουμινίου, κουβέρτα με μανίκια, κουβέρτα ονειροκρίτης, κουβέρτα βελονάκι, κουβέρτα αγκαλιάς, κουβέρτα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κουβέρτα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κουβάς στα ολλανδικά - emmer, bak, bucket
  • κουβέντα στα ολλανδικά - praten, gekeuvel, gepraat, keuvelen, gebabbel, kout, babbelen, ...
  • κουβαλώ στα ολλανδικά - handkar, wagen, kar, karretje, brengen, verdragen, dragen, ...
  • κουβεντιάζω στα ολλανδικά - kout, gekeuvel, praten, keuvelen, babbelen, gebabbel, gepraat, ...
Τυχαίες λέξεις
Κουβέρτα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: deken, dekentje, een deken, dekens