Κριτικάρω στα ολλανδικά

Μετάφραση: κριτικάρω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bekritiseren, kritiseren, kritiek, kritiek op, verwijten
Κριτικάρω στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κριτικάρω

κριτικάρω συνώνυμα, κριτικάρω συνώνυμο, κριτικάρω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κριτικάρω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κριτήριο στα ολλανδικά - criterium, grootte, mate, maatstaf, normaal, norm, maatregel, ...
  • κριτής στα ολλανδικά - richter, oordelen, berechten, beoordelen, rechter, jurylid, keurmeester
  • κριτική στα ολλανδικά - bespreken, revaluatie, periodiek, kritiek, schouw, tijdschrift, inspectie, ...
  • κριτικός στα ολλανδικά - criticus, kritiek, recensent, criticus van, kritische
Τυχαίες λέξεις
Κριτικάρω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: bekritiseren, kritiseren, kritiek, kritiek op, verwijten