Κριτικάρω στα πολωνικά
Μετάφραση: κριτικάρω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ganić, skrytykować, krytykować, krytykują, zarzucają, krytykuje, krytykowania
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κριτικάρω
κριτικάρω συνώνυμα, κριτικάρω συνώνυμο, κριτικάρω λεξικό γλώσσας πολωνικά, κριτικάρω στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- κριτήριο στα πολωνικά - kryterium, sprawdzian, kryteriów
- κριτής στα πολωνικά - sędziować, znawca, uważać, wydawać, osądzić, osądzać, sądzić, ...
- κριτική στα πολωνικά - zrecenzować, przeglądać, przeglądnięcie, repetytorium, przegląd, ocena, czasopismo, ...
- κριτικός στα πολωνικά - krytyka, krytyk, recenzent, krytykiem, krytyków, z krytyków
Τυχαίες λέξεις
Κριτικάρω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: ganić, skrytykować, krytykować, krytykują, zarzucają, krytykuje, krytykowania
Μεταφράσεις: ganić, skrytykować, krytykować, krytykują, zarzucają, krytykuje, krytykowania