Κόλλημα στα ολλανδικά
Μετάφραση: κόλλημα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
lijmen, verlijming, verlijmen, het lijmen, te lijmen
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κόλλημα
κόλλημα με πρώην, κόλλημα συνώνυμα, κόλλημα κινητήρα, κόλλημα σκύλων, κόλλημα χαλκού, κόλλημα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κόλλημα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- κόλαση στα ολλανδικά - verderf, hel, ondergang, de hel, hell
- κόλλα στα ολλανδικά - kit, kleefmiddel, plakmiddel, lijm, kleefstof, aanplakken, beslag, ...
- κόλπο στα ολλανδικά - illusie, beetnemen, list, foefje, kunstgreep, grap, zinsbedrog, ...
- κόλπος στα ολλανδικά - baai, nis, golf, kolk, inham, boezem, golfspel, ...
Τυχαίες λέξεις
Κόλλημα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: lijmen, verlijming, verlijmen, het lijmen, te lijmen
Μεταφράσεις: lijmen, verlijming, verlijmen, het lijmen, te lijmen