Κόλλημα στα ουκρανικά
Μετάφραση: κόλλημα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
паяння, склеювання, склеюванню
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κόλλημα
κόλλημα με πρώην, κόλλημα συνώνυμα, κόλλημα κινητήρα, κόλλημα σκύλων, κόλλημα χαλκού, κόλλημα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, κόλλημα στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- κόλαση στα ουκρανικά - кубло, прокляття, пекло, стрімко, навально, ад, АТ, ...
- κόλλα στα ουκρανικά - клей, клеїти, склеїти, пастила, наклеювати, приклеїти, склеювати, ...
- κόλπο στα ουκρανικά - слабкий, фокус, слабий, хитрість, хитрощі, омана, трюк
- κόλπος στα ουκρανικά - прірва, лавр, затока, труїти, переслідувати, ніша, пучина, ...
Τυχαίες λέξεις
Κόλλημα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: паяння, склеювання, склеюванню
Μεταφράσεις: паяння, склеювання, склеюванню