Κύκλωμα στα ολλανδικά

Μετάφραση: κύκλωμα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
circuit, stroomkring, schakeling, kring
Κύκλωμα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κύκλωμα

κύκλωμα lc, κύκλωμα rlc, κύκλωμα - ένα βήμα μπροστά lyrics, κύκλωμα thomson, κύκλωμα διαφόρισης, κύκλωμα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κύκλωμα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κύηση στα ολλανδικά - zwangerschap, de zwangerschap, zwanger, zwangerschap te
  • κύκλος στα ολλανδικά - strook, cirkel, streep, troep, kring, bende, kringloop, ...
  • κύκνος στα ολλανδικά - zwaan, Swan, de zwaan, zwaan van
  • κύλινδρος στα ολλανδικά - bolletje, kadetje, cilinder, rol, broodje, cylinder, cilinders, ...
Τυχαίες λέξεις
Κύκλωμα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: circuit, stroomkring, schakeling, kring