Λαγαρός στα ολλανδικά
Μετάφραση: λαγαρός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
doorzichtig, Lagarias
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαγαρός
λαγαρός εμπ, νίκος λαγαρός, λαγαρός λεξικό, λαγαρός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λαγαρός στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- λαβύρινθος στα ολλανδικά - doolhof, labyrint, labyrinth
- λαβώνω στα ολλανδικά - verwonden, aanschieten, kwetsuur, blessure, verwonding, kwetsen, aangrijpend, ...
- λαγκάδα στα ολλανδικά - kloof, een diep dal, Dingle, van dingle, in Dingle, rinkelballen
- λαγκάδι στα ολλανδικά - kloof, bergkloof, ravijn, dal, Dale, van Dale
Τυχαίες λέξεις
Λαγαρός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: doorzichtig, Lagarias
Μεταφράσεις: doorzichtig, Lagarias