Κεφαλαιοποίηση στα αγγλικά
Μετάφραση: κεφαλαιοποίηση, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
capitalization, market capitalization, capitalizing, capitalized, capitalization of
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κεφαλαιοποίηση
κεφαλαιοποιηση αποθεματικών, κεφαλαιοποίηση τόκων, κεφαλαιοποίηση ετε, κεφαλαιοποίηση αφορολόγητων αποθεματικών, κεφαλαιοποίηση δανείου, κεφαλαιοποίηση λεξικό γλώσσας αγγλικά, κεφαλαιοποίηση στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- κεφάλι στα αγγλικά - head, the head, his head, heads, head of
- κεφάτος στα αγγλικά - jolly, jovial, breezy, merry, cheerful, jaunty, buoyant
- κεφαλαιοποιώ στα αγγλικά - capitalize, capitalized, capitalizes, is capitalized, are capitalized
- κεφαλιά στα αγγλικά - header, head, directed, header in, directed it
Τυχαίες λέξεις
Κεφαλαιοποίηση στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: capitalization, market capitalization, capitalizing, capitalized, capitalization of
Μεταφράσεις: capitalization, market capitalization, capitalizing, capitalized, capitalization of