Λαύρα στα ολλανδικά

Μετάφραση: λαύρα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vuur, ijver, ambitie, lavra, klooster, van Lavra
Λαύρα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λαύρα

λαύρα αργυροπούλου facebook, λαύρα ετυμολογία, λαύρα αργυρούπολης, λαύρα αγίου σάββα, λαύρα κιέβου, λαύρα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λαύρα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • λαχταρώ στα ολλανδικά - pijn, wee, zeer, hunkeren naar, hanker, hunkeren
  • λαϊκός στα ολλανδικά - getapt, veelgeliefd, populair, leek, leken, de leek, voor leken, ...
  • λεία στα ολλανδικά - vangst, buit, prooi, booty, de buit, oorlogsbuit, buit te
  • λείος στα ολλανδικά - sluik, effen, vlak, vlot, glad, gelijk, gladde, ...
Τυχαίες λέξεις
Λαύρα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vuur, ijver, ambitie, lavra, klooster, van Lavra