Λιβάνι στα ολλανδικά
Μετάφραση: λιβάνι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
wierook, reukwerk, van wierook, reukwerks
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λιβάνι
λιβάνι παρασκευή, λιβάνι συνταγή, λιβάνι αιθέριο έλαιο, λιβάνι ιδιότητες, λιβάνι λιβάνισμα, λιβάνι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λιβάνι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- λιανικός στα ολλανδικά - kleinhandel, retail, detailhandel, verkoopprijs, de detailhandel
- λιβάδι στα ολλανδικά - beemd, weide, wei, weiland, grasland, meadow
- λιγνάδα στα ολλανδικά - Lignadis
- λιγνίτης στα ολλανδικά - bruinkool, ligniet, van bruinkool, bruinkool-, uit bruinkool
Τυχαίες λέξεις
Λιβάνι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: wierook, reukwerk, van wierook, reukwerks
Μεταφράσεις: wierook, reukwerk, van wierook, reukwerks