Grootte στα ελληνικά

Μετάφραση: grootte, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετρώ, κριτήριο, μέτρηση, αναλογία, εκτείνω, βηματίζω, διάβημα, καταμέτρηση, επεκτείνω, διάσταση, μέτρο, εκτείνομαι, μέγεθος, βήμα, μεγέθους, το μέγεθος, μέγεθος του, του μεγέθους
Grootte στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • grootmoedig στα ελληνικά - μεγάθυμος, μεγαλόψυχος, μεγαλόψυχη, μεγαλόψυχοι, μεγαλόψυχα, μεγαλοψυχία
  • groots στα ελληνικά - άριστος, ένδοξος, επεκτατικός, έξοχα, καταπληκτικός, μεγάλος, θαυμάσιος, ...
  • grootvader στα ελληνικά - παππούς, παππού, ο παππούς, τον παππού, του παππού
  • gros στα ελληνικά - πλειονότητα, ακαθάριστο, ακαθάριστα, ακαθάριστη, ακαθάριστου, ακαθάριστων
Τυχαίες λέξεις
Grootte στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετρώ, κριτήριο, μέτρηση, αναλογία, εκτείνω, βηματίζω, διάβημα, καταμέτρηση, επεκτείνω, διάσταση, μέτρο, εκτείνομαι, μέγεθος, βήμα, μεγέθους, το μέγεθος, μέγεθος του, του μεγέθους