Μεθοδολογία στα ολλανδικά

Μετάφραση: μεθοδολογία, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
methodologie, methode, methodiek, methoden, werkwijze
Μεθοδολογία στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μεθοδολογία

μεθοδολογία έρευνας πτυχιακή, μεθοδολογία επιστημονικής έρευνας, μεθοδολογία έρευνας, μεθοδολογία και εργαλεία διερεύνησης, μεθοδολογία εμπειρικής έρευνας στις κοινωνικές επιστήμες, μεθοδολογία λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μεθοδολογία στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μεγιστάνας στα ολλανδικά - magnaat, Tycoon
  • μεζές στα ολλανδικά - lunch, twaalfuurtje, lekkernij, versnapering, titbit, tussendoortje, lekker hapje
  • μεθυσμένος στα ολλανδικά - dol, beschonken, dronken, zat, gedronken, drunk, drinken, ...
  • μεθόριος στα ολλανδικά - oever, waterkant, walkant, boord, zoom, grens, rand, ...
Τυχαίες λέξεις
Μεθοδολογία στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: methodologie, methode, methodiek, methoden, werkwijze