Μελιτζάνα στα ολλανδικά
Μετάφραση: μελιτζάνα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aubergine, aubergines, eggplant
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μελιτζάνα
μελιτζάνα συγκαλλιέργεια, μελιτζάνα english, μελιτζάνα ψητή θερμίδες, μελιτζάνα θερμίδες, μελιτζάνα ιμάμ, μελιτζάνα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μελιτζάνα στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- μελαχρινός στα ολλανδικά - nacht, akelig, stuurs, bewolkt, onaangenaam, duisternis, triestig, ...
- μελισσοτροφείο στα ολλανδικά - bijenstal, bijenschans, melissotrofeio
- μελλοντικός στα ολλανδικά - beginnend, aankomend, toekomstig, aanstaande, verschiet, toekomst, toekomend, ...
- μελωδία στα ολλανδικά - melodie, deun, stemmen, deuntje, wijsje, de melodie, melodielijn, ...
Τυχαίες λέξεις
Μελιτζάνα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aubergine, aubergines, eggplant
Μεταφράσεις: aubergine, aubergines, eggplant