Aubergine στα ελληνικά
Μετάφραση: aubergine, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μελιτζάνα, μελιτζάνες, μελιτζάνας, τη μελιτζάνα, φυτών μελιτζάνας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- attribuut στα ελληνικά - ακίνητο, αποδίδω, σπίτι, διάσταση, κτήμα, περιουσία, ιδιότητα, ...
- au στα ελληνικά - ΑΕ, Αφρικανικής Ένωσης, της ΑΕ, της Αφρικανικής Ένωσης
- auctie στα ελληνικά - πλειστηριασμός, δημοπρασία, δημοπρασίας, πλειστηριασμού, πλειστηριασμό, δημοπρασιών
- auditorium στα ελληνικά - ακροατήριο, κοινό, κοινού, το κοινό, ακροατηρίου
Τυχαίες λέξεις
Aubergine στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μελιτζάνα, μελιτζάνες, μελιτζάνας, τη μελιτζάνα, φυτών μελιτζάνας
Μεταφράσεις: μελιτζάνα, μελιτζάνες, μελιτζάνας, τη μελιτζάνα, φυτών μελιτζάνας