Bejammeren στα ελληνικά
Μετάφραση: bejammeren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λύπη, μετανιώνω, φθονώ, λυπάμαι, θρηνώ, οδύρομαι
Μεταφράσεις
- bejaard στα ελληνικά - παλαιός, γέρος, γέρικος, ηλικιωμένος, ηλικίας, ετών, ηλικιωμένων, ...
- bejagen στα ελληνικά - κυνηγώ, κυνήγι, Hunt, το κυνήγι, κυνηγιού, κυνηγούν
- bek στα ελληνικά - στόμα, λογαριασμός, νομοσχέδιο, παγίδα, παγιδεύω, τρύπα, ράμφος, ...
- bekende στα ελληνικά - οικειότητα, γνωριμία, γνωστός, γνωστές, γνωστή, γνωστό, γνωστά
Τυχαίες λέξεις
Bejammeren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λύπη, μετανιώνω, φθονώ, λυπάμαι, θρηνώ, οδύρομαι
Μεταφράσεις: λύπη, μετανιώνω, φθονώ, λυπάμαι, θρηνώ, οδύρομαι