Leedwezen στα ελληνικά
Μετάφραση: leedwezen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λυπάμαι, μετανιώνω, λύπη, θλίψη, τη θλίψη, θλίψης, λύπης
Μεταφράσεις
- ledikant στα ελληνικά - σκελετός κρεβατιού, βάσης κρεβατιού, κρεβατιού, βάση κρεβατιού, πλαίσιο κρεβατιού
- leed στα ελληνικά - θλίψη, οδύνη, πόνος, λύπη, απογοήτευση, τη θλίψη, θλίψης, ...
- leeftijd στα ελληνικά - εποχή, ηλικία, ηλικίας, την ηλικία, ετών
- leeg στα ελληνικά - καθαρός, άδειος, άσπρος, λευκό, άγραφτος, κενός, καθαρίζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Leedwezen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λυπάμαι, μετανιώνω, λύπη, θλίψη, τη θλίψη, θλίψης, λύπης
Μεταφράσεις: λυπάμαι, μετανιώνω, λύπη, θλίψη, τη θλίψη, θλίψης, λύπης