Μικρότερος στα ολλανδικά
Μετάφραση: μικρότερος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beginnend, aankomend, minder, op minder, kleiner, lager, meer
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μικρότερος
μικρότερος άντρας μεγαλύτερη γυναίκα, μικρότερος πλανήτης, μικρός μικρότερος, μικρότερος συνώνυμα, μικρότερος κύκλος περιόδου, μικρότερος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μικρότερος στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- μικρόβιο στα ολλανδικά - zaadkiem, oog, ziektekiem, kiem, microbe, zaad, kever, ...
- μικρός στα ολλανδικά - klein, licht, jeugd, aankomend, beknopt, slank, kind, ...
- μικρόφωνο στα ολλανδικά - microfoon, de microfoon, microfoon van
- μικρόψυχος στα ολλανδικά - lafhartig, kleinmoedig, blohartig, kleinmoedige, kleinhartig
Τυχαίες λέξεις
Μικρότερος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: beginnend, aankomend, minder, op minder, kleiner, lager, meer
Μεταφράσεις: beginnend, aankomend, minder, op minder, kleiner, lager, meer