Απεριόριστα στα αγγλικά

Μετάφραση: απεριόριστα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
freely, unlimited, infinitely, indefinitely, unlimitedly, unrestricted
Απεριόριστα στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απεριόριστα

απεριόριστα 35, απεριόριστα cosmote, απεριόριστα κινητά, απεριόριστα 25, απεριόριστα 65, απεριόριστα λεξικό γλώσσας αγγλικά, απεριόριστα στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • απεργοσπάστης στα αγγλικά - scab, fink, ratter, blackleg, strikebreaker
  • απεριποίητος στα αγγλικά - frowzy, scruffy, unkempt, sleazy, uncared for, neglected
  • απεριόριστος στα αγγλικά - unlimited, boundless, limitless, unrestricted, unbounded
  • απεσταλμένος στα αγγλικά - correspondent, envoy, emissary, delegate, messenger, missive
Τυχαίες λέξεις
Απεριόριστα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: freely, unlimited, infinitely, indefinitely, unlimitedly, unrestricted