Μυστικότητα στα ολλανδικά

Μετάφραση: μυστικότητα, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
geheim, privacy, levenssfeer, persoonlijke levenssfeer, de privacy, privéleven
Μυστικότητα στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μυστικότητα

μυστικότητα ανάκρισης, μυστικότητα της ψήφου, μυστικότητα συνώνυμα, μυστικότητα της ανάκρισης, μυστικότητα ετυμολογία, μυστικότητα λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μυστικότητα στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μυστικό στα ολλανδικά - verborgen, geheim, puzzel, confidentie, raadsel, mysterie, geheimenis, ...
  • μυστικός στα ολλανδικά - geheim, geheimenis, raadsel, confidentie, verborgen, puzzel, mysterie, ...
  • μυστρί στα ολλανδικά - troffel, spaan, trowel, lijmkam, spatel
  • μυτερός στα ολλανδικά - snerpend, wakker, bijtend, hevig, opgewekt, druk, levendig, ...
Τυχαίες λέξεις
Μυστικότητα στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: geheim, privacy, levenssfeer, persoonlijke levenssfeer, de privacy, privéleven