Ντιβάνι στα ολλανδικά

Μετάφραση: ντιβάνι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
canapé, divan, rustbank, boxspring, het Divan, divanbed, van Divan
Ντιβάνι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ντιβάνι

το ντιβάνι, ντιβάνι κέρκυρα, ντιβάνι λάρισα, ντιβάνι κάραβελ, ντιβάνι σπαστό, ντιβάνι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ντιβάνι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ντεμοντέ στα ολλανδικά - ouderwets, ouderwetse, de ouderwetse, verouderd
  • ντεραπάρω στα ολλανδικά - slippen, uitglijden, slip, skid, steunbalk, pallet
  • ντοκιμαντέρ στα ολλανδικά - documentaires, documentaire
  • ντομάτα στα ολλανδικά - tomaat, tomaten, tomato, van tomaten
Τυχαίες λέξεις
Ντιβάνι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: canapé, divan, rustbank, boxspring, het Divan, divanbed, van Divan