Ντιβάνι στα ουκρανικά
Μετάφραση: ντιβάνι, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
прилягти, схилити, викладати, лежати, лігвище, диван
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντιβάνι
το ντιβάνι, ντιβάνι κέρκυρα, ντιβάνι λάρισα, ντιβάνι κάραβελ, ντιβάνι σπαστό, ντιβάνι λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ντιβάνι στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ντεμοντέ στα ουκρανικά - старомодний, старомодна
- ντεραπάρω στα ουκρανικά - сковзати, ковзати, занос, замет, занесення
- ντοκιμαντέρ στα ουκρανικά - документальний, документальні фільми
- ντομάτα στα ουκρανικά - помідор, помідорів, томат, томатний
Τυχαίες λέξεις
Ντιβάνι στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: прилягти, схилити, викладати, лежати, лігвище, диван
Μεταφράσεις: прилягти, схилити, викладати, лежати, лігвище, диван