Παραιτούμαι στα ολλανδικά

Μετάφραση: παραιτούμαι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
afstaan, fiat, verlof, scheiding, bedanken, uitvallen, neerleggen, opgeven, afreizen, aftreden, ontslag nemen, ontslag, treden
Παραιτούμαι στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παραιτούμαι

παραιτούμαι english, παραιτούμαι ετυμολογία, παραιτούμαι κλίση, παραιτούμαι συνώνυμο, παραιτούμαι από δικαίωμα, παραιτούμαι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, παραιτούμαι στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • παραθυρόφυλλο στα ολλανδικά - luik, openslaand venster, raam, openslaande, vleugelramen, openslaand
  • παραινώ στα ολλανδικά - waarschuwen, aanmanen, aansporen, vermanen, manen, vermaant, vermaan, ...
  • παρακάμπτω στα ολλανδικά - omgaan, rondgaan, omweg, omleiding, uitstapje, omweg te, omlegging
  • παρακίνηση στα ολλανδικά - term, motief, beweegreden, motivatie, aanleiding, aansporing, aansporingssysteem, ...
Τυχαίες λέξεις
Παραιτούμαι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: afstaan, fiat, verlof, scheiding, bedanken, uitvallen, neerleggen, opgeven, afreizen, aftreden, ontslag nemen, ontslag, treden