Περιστέλλω στα ολλανδικά

Μετάφραση: περιστέλλω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
beknotten, beperken, begrenzen, stint, spaarzaam, stint van
Περιστέλλω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περιστέλλω

περιστύλιο λεξικό, περιστέλλω συνώνυμα, περιστέλλω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, περιστέλλω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • περισσευούμενος στα ολλανδικά - overbodig, ontzien, sparen, perissefoumenos
  • περισσεύω στα ολλανδικά - overbodig, ontzien, sparen, overschot, surplus, overtollige, overschotten, ...
  • περιστέρι στα ολλανδικά - ringduif, woudduif, houtduif, duif, dove, duif van, De Duif van, ...
  • περιστατικό στα ολλανδικά - ding, aangelegenheid, gebeurtenis, affaire, proces, rechtsgeding, gerechtszaak, ...
Τυχαίες λέξεις
Περιστέλλω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: beknotten, beperken, begrenzen, stint, spaarzaam, stint van