Πνίγομαι στα ολλανδικά
Μετάφραση: πνίγομαι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verdrinken, vergaan, stik
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πνίγομαι
αντώνης βαρδής-πνίγομαι, καλέ πνίγομαι, πνίγομαι σε μια κουταλιά νερό, πνίγομαι αγγλικά, πνίγομαι με το σάλιο, πνίγομαι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πνίγομαι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- πλύση στα ολλανδικά - was, wassen, wassing, wash, afwassen
- πλύσιμο στα ολλανδικά - wassing, het wassen, wasgoed, was, wassen, wasmachine
- πνίγω στα ολλανδικά - verstikken, neerslaan, bedelven, verpletteren, overstelpen, onderdrukken, smoren, ...
- πνευματικά στα ολλανδικά - auteursrecht, copyright, het auteursrecht, auteursrechten, het copyright
Τυχαίες λέξεις
Πνίγομαι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verdrinken, vergaan, stik
Μεταφράσεις: verdrinken, vergaan, stik