Ποδήλατο στα ολλανδικά
Μετάφραση: ποδήλατο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
tweewieler, motor, rijwiel, fiets, motorfiets, fietsen, de fiets, bike
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ποδήλατο
ποδήλατο εξάρχεια, ποδήλατο θερμίδες, ποδήλατο σπαστό, ποδήλατο και υγεία, ποδήλατο πόλης, ποδήλατο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ποδήλατο στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ποίημα στα ολλανδικά - gedicht, vers, dichtwerk, gedicht van, het gedicht
- ποίηση στα ολλανδικά - dichtkunst, poëzie, Poetry, gedichten, de poëzie
- ποδηλάτης στα ολλανδικά - fietser, coureur, wielrenner, fietsers, renner
- ποδηλασία στα ολλανδικά - wielersport, fiets, fietsen, cirkelen, fiets-
Τυχαίες λέξεις
Ποδήλατο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: tweewieler, motor, rijwiel, fiets, motorfiets, fietsen, de fiets, bike
Μεταφράσεις: tweewieler, motor, rijwiel, fiets, motorfiets, fietsen, de fiets, bike