Πολυδάπανος στα ολλανδικά

Μετάφραση: πολυδάπανος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
buitensporig, kostbaar, duur, kostbare, dure, duurder
Πολυδάπανος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πολυδάπανος

πολυδάπανος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πολυδάπανος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πολυάριθμος στα ολλανδικά - talrijk, vele, talrijke, tal, tal van
  • πολυάσχολος στα ολλανδικά - erg druk, zeer drukke, zeer druk, heel druk
  • πολυειδής στα ολλανδικά - veelsoortig, velerlei, veelsoortige, heterogene, een heterogene
  • πολυθρόνα στα ολλανδικά - fauteuil, armstoel, leuningstoel, zorgenstoel, zorgstoel, leunstoel, stoel, ...
Τυχαίες λέξεις
Πολυδάπανος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: buitensporig, kostbaar, duur, kostbare, dure, duurder