Ποντίκι στα ολλανδικά
Μετάφραση: ποντίκι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
muis, muizen, de muis, muisknop, mouse
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ποντίκι
ποντίκι αφής, ποντίκι μοσχαρίσιο, ποντίκι κυψέλη, ποντίκι στο σπίτι, ποντίκι wireless mobile mouse 6000, ποντίκι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ποντίκι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- πονηρός στα ολλανδικά - uitgeslapen, schattig, sluw, doortrapt, aardig, gewiekst, schalks, ...
- πονοκέφαλος στα ολλανδικά - hoofdpijn, hoofd pijn
- πονόψυχος στα ολλανδικά - teergevoelig, zachtmoedig, teerhartig, teerhartige, barmhartig
- πονώ στα ολλανδικά - kwetsen, zeer, afbreuk, aangeschoten, beschadigen, gewond, letsel, ...
Τυχαίες λέξεις
Ποντίκι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: muis, muizen, de muis, muisknop, mouse
Μεταφράσεις: muis, muizen, de muis, muisknop, mouse