Ποντίκι στα σουηδικά
Μετάφραση: ποντίκι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mus, musen, musen för, muspekaren, musknapp
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ποντίκι
ποντίκι αφής, ποντίκι μοσχαρίσιο, ποντίκι κυψέλη, ποντίκι στο σπίτι, ποντίκι wireless mobile mouse 6000, ποντίκι λεξικό γλώσσας σουηδικά, ποντίκι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- πονηρός στα σουηδικά - illmarig, svek, list, lömsk, skuld, listig, underfundig, ...
- πονοκέφαλος στα σουηδικά - oro, sorg, huvudvärk, huvudvärken
- πονόψυχος στα σουηδικά - ömsint, ömhjärtad, känsliga besökare
- πονώ στα σουηδικά - såra, värk, värka, smärta, smärtan, smärt, smärtor
Τυχαίες λέξεις
Ποντίκι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: mus, musen, musen för, muspekaren, musknapp
Μεταφράσεις: mus, musen, musen för, muspekaren, musknapp