Ποντίκι στα ρωσικά
Μετάφραση: ποντίκι, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мышь, мышка, мыши, мышки, мышью
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ποντίκι
ποντίκι αφής, ποντίκι μοσχαρίσιο, ποντίκι κυψέλη, ποντίκι στο σπίτι, ποντίκι wireless mobile mouse 6000, ποντίκι λεξικό γλώσσας ρωσικά, ποντίκι στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- πονηρός στα ρωσικά - умение, озорной, хлопотливый, продувной, двуличный, ловкий, лукавство, ...
- πονοκέφαλος στα ρωσικά - помеха, неприятность, забота, головная боль, головной боли, головной болью, головные боли, ...
- πονόψυχος στα ρωσικά - жалостливый, сердобольный, участливый, сострадательный, сердобольная, сострадательны
- πονώ στα ρωσικά - изобидеть, вредить, испытывать, ломить, поранить, веснушка, ущерб, ...
Τυχαίες λέξεις
Ποντίκι στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: мышь, мышка, мыши, мышки, мышью
Μεταφράσεις: мышь, мышка, мыши, мышки, мышью