Προνόμιο στα ολλανδικά

Μετάφραση: προνόμιο, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
preferentie, concessie, voorrecht, privilege, Privilege', privileges
Προνόμιο στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: προνόμιο

προνόμιο με κάρτα, προνόμιο ευρεσιτεχνίας, προνόμιο αφοσίωσησ, προνόμιο υγείας, προνόμιο ετυμολογια, προνόμιο λεξικό γλώσσας ολλανδικά, προνόμιο στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • προνοητικότητα στα ολλανδικά - vooruitziendheid, Foresight, vooruitziende blik, Toekomstverkenning, een vooruitziende blik
  • προνοώ στα ολλανδικά - verstrekken, provianderen, spekken, bevoorraden, verschaffen, vooruitzien, vooruit te kijken, ...
  • προνύμφη στα ολλανδικά - larve, larven, larva, larve van, De larve
  • προξενώ στα ολλανδικά - veldtocht, stichten, maken, houden, campagne, laten, oorzaak, ...
Τυχαίες λέξεις
Προνόμιο στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: preferentie, concessie, voorrecht, privilege, Privilege', privileges