Πρώτος στα ολλανδικά

Μετάφραση: πρώτος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
aanvang, kapitaal, begin, aanhef, eerste, primair, ontstaan, intrede, voornaamste, eerst, hoofd-, als eerste, de eerste, eerste zijn
Πρώτος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πρώτος

πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, πρώτος άνθρωπος στο φεγγάρι, πρώτος σκόρερ, πρώτος σκόρερ α1 μπάσκετ όλων των εποχών, πρώτος άνθρωπος που βγήκε στο διάστημα, πρώτος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πρώτος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πρώην στα ολλανδικά - verleden, gewezen, voorafgaand, voormalig, voorgaand, ex-, vroegere, ...
  • πρώιμος στα ολλανδικά - vroegtijdig, vroeg, pril, vroege, begin, begin van
  • πτήση στα ολλανδικά - zwerm, vlucht, ontsnapping, baan, vliegtocht, kogelbaan, vlucht te, ...
  • πταίσμα στα ολλανδικά - misdrijf, wanbedrijf, vergrijp, overtreding, misdemeanor
Τυχαίες λέξεις
Πρώτος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: aanvang, kapitaal, begin, aanhef, eerste, primair, ontstaan, intrede, voornaamste, eerst, hoofd-, als eerste, de eerste, eerste zijn