Πρώτος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: πρώτος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
primeira, orgulho, princípio, básico, primeiro, firmemente, primeiramente, preliminar, primeiro lugar, primeiros
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πρώτος
πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, πρώτος άνθρωπος στο φεγγάρι, πρώτος σκόρερ, πρώτος σκόρερ α1 μπάσκετ όλων των εποχών, πρώτος άνθρωπος που βγήκε στο διάστημα, πρώτος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, πρώτος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- πρώην στα πορτογαλικά - modelar, formar, anterior, antecedente, passado, precedente, formulário, ...
- πρώιμος στα πορτογαλικά - precoce, prematuro, cedo, orelha, ouvido, início, início de, ...
- πτήση στα πορτογαλικά - insecto, trajectória, vôo, voo, voos, de voos, de voo
- πταίσμα στα πορτογαλικά - delito, contravenção, misdemeanor, delito leve, de contravenção
Τυχαίες λέξεις
Πρώτος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: primeira, orgulho, princípio, básico, primeiro, firmemente, primeiramente, preliminar, primeiro lugar, primeiros
Μεταφράσεις: primeira, orgulho, princípio, básico, primeiro, firmemente, primeiramente, preliminar, primeiro lugar, primeiros