Πυρετώδης στα ολλανδικά

Μετάφραση: πυρετώδης, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
koortsachtig, koortsig, hectische, hectisch, hectiek, drukke, jachtige
Πυρετώδης στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πυρετώδης

πυρετώδης λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πυρετώδης στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πυραμίδα στα ολλανδικά - piramide, pyramide, piramide van, pyramid, De piramide
  • πυρετός στα ολλανδικά - koorts, temperatuur, fever, de koorts
  • πυρηνικός στα ολλανδικά - atomair, nucleair, nucleaire, de nucleaire, kernenergie, kern
  • πυρκαγιά στα ολλανδικά - ontslaan, schieten, vuurzee, ontzetten, vuur, ambitie, vlam, ...
Τυχαίες λέξεις
Πυρετώδης στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: koortsachtig, koortsig, hectische, hectisch, hectiek, drukke, jachtige