Ράφι στα ολλανδικά
Μετάφραση: ράφι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
rek, plank, schap, plat, shelf, legbord
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ράφι
ράφι τοίχου, ράφι ικεα, ράφι μπαχαρικών, ράφι με συρτάρι, ράφι μπάνιου, ράφι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ράφι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- ράσπα στα ολλανδικά - rasp, raspen, schraper, gekras
- ράτσα στα ολλανδικά - geboorte, stam, fokken, opkweken, afkomst, opfokken, telen, ...
- ρέλι στα ολλανδικά - oever, waterkant, zoom, landsgrens, kant, band, wal, ...
- ρέψιμο στα ολλανδικά - boeren, oprispen, belching, oprispingen, boerende, uitspuwend
Τυχαίες λέξεις
Ράφι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: rek, plank, schap, plat, shelf, legbord
Μεταφράσεις: rek, plank, schap, plat, shelf, legbord