Chef στα ελληνικά

Μετάφραση: chef, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηγέτης, ηγήτορας, μάγειρας, κύριος, κεφάλι, σεφ, ηγούμαι, ηγεμόνας, αφεντικό, αρχηγός, ηγετικός, αρχιμάγειρας, σεφ του, του σεφ
Chef στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chauvinist στα ελληνικά - σωβινιστής, σοβινιστική, σοβινιστικών, σοβινιστικές, σοβινιστικό
  • checken στα ελληνικά - επιβλέπω, επαληθεύω, ελέγχω, εποπτεύω, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ...
  • chefkok στα ελληνικά - σεφ, μάγειρας, master chef, αρχιμάγειρας, Ο σεφ, Ο σεφ του, του chef
  • chemicus στα ελληνικά - φαρμακοποιός, χημικός, χημικό, φαρμακείο, χημικού
Τυχαίες λέξεις
Chef στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηγέτης, ηγήτορας, μάγειρας, κύριος, κεφάλι, σεφ, ηγούμαι, ηγεμόνας, αφεντικό, αρχηγός, ηγετικός, αρχιμάγειρας, σεφ του, του σεφ