Συζήτηση στα ολλανδικά
Μετάφραση: συζήτηση, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
debat, discussie, bespreking, gesprek, discussies
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συζήτηση
συζήτηση με τ9, συζήτηση αγόρι με κορίτσι, συζήτηση συνώνυμα, συζήτηση ενστάσεων κτηματολογίου, συζήτηση συνώνυμο, συζήτηση λεξικό γλώσσας ολλανδικά, συζήτηση στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- συγχώνευση στα ολλανδικά - fusie, concentratie, de fusie, fusies, samenvoeging
- συγχώρηση στα ολλανδικά - begenadigen, vergeving, vergeven, genade, gratie, pardon, vergiffenis, ...
- συζητήσιμος στα ολλανδικά - betwistbaar, aanvechtbaar, discutabel, de vraag, omstreden
- συζητώ στα ολλανδικά - discuteren, bespreken, discussiëren, te bespreken, discussieer, praten
Τυχαίες λέξεις
Συζήτηση στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: debat, discussie, bespreking, gesprek, discussies
Μεταφράσεις: debat, discussie, bespreking, gesprek, discussies