Τέσσερις στα ολλανδικά
Μετάφραση: τέσσερις, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vier, de vier, van vier, viertal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τέσσερις
τέσσερις πήγε, τέσσερις συλληφθέντες της ν. φιλαδέλφειας, τέσσερις εποχές, τέσσερις ή τέσσερεις, τέσσερις στίχοι, τέσσερις λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τέσσερις στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- τέρψη στα ολλανδικά - genot, verrukking, genoegen, vreugde, delight
- τέσσερα στα ολλανδικά - vier, de vier, van vier, viertal
- τέταρτο στα ολλανδικά - stadswijk, buurt, wijk, vierendeel, kwartaal, kwart, kwartaal van, ...
- τέτοιος στα ολλανδικά - dergelijke, zo, dusdanig, zulk, dusdanige, zozeer, zo'n, ...
Τυχαίες λέξεις
Τέσσερις στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vier, de vier, van vier, viertal
Μεταφράσεις: vier, de vier, van vier, viertal