Wedstrijd στα ελληνικά

Μετάφραση: wedstrijd, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αντιπαράθεση, αγώνας, συναγωνισμός, διαγωνισμός, σπίρτο, συνταιριάζω, ταιριάζω, ανταγωνισμός, ανταγωνισμού, ανταγωνισμό, του ανταγωνισμού, τον ανταγωνισμό
Wedstrijd στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beweren στα ελληνικά - κρατίδιο, κράτος, υποστηρίζω, διεκδικώ, αξίωση, ισχυρισμός, απαίτηση, ...
  • fiets στα ελληνικά - ρόδα, τροχός, ποδήλατο, ποδηλάτων, ποδηλάτου, Ενοικίαση ποδηλάτων, το ποδήλατο
  • kuilen στα ελληνικά - θάβω, λάκκους, λάκκοι, pits, κοιλώματα, φρέατα
  • orkestratie στα ελληνικά - ενορχήστρωση, ενορχήστρωσης, orchestration, ενορχηστρώσεις, την ενορχήστρωση
Τυχαίες λέξεις
Wedstrijd στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αντιπαράθεση, αγώνας, συναγωνισμός, διαγωνισμός, σπίρτο, συνταιριάζω, ταιριάζω, ανταγωνισμός, ανταγωνισμού, ανταγωνισμό, του ανταγωνισμού, τον ανταγωνισμό