Koppel στα ελληνικά
Μετάφραση: koppel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ζευγάρι, σπίρτο, συνταιριάζω, ζεύω, αγώνας, σπιθαμή, ταιριάζω, ζευγάρι που, ηλικίας, δύο, δυο
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kopje στα ελληνικά - φλιτζάνι, κύπελλο, κούπα, φλυτζάνι, κυπέλλου
- koplamp στα ελληνικά - προβολέας, προβολέα, προβολέων, των προβολέων, του προβολέα
- koppeling στα ελληνικά - πιάνω, κλώσημα, αρπάζω, απομόνωση, σύζευξη, σύζευξης, ζεύξης, ...
- koppig στα ελληνικά - ισχυρογνώμονας, πεισματάρης, με πείσμα, πεισματικά, επίμονα, πείσμα, επίμονη
Τυχαίες λέξεις
Koppel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ζευγάρι, σπίρτο, συνταιριάζω, ζεύω, αγώνας, σπιθαμή, ταιριάζω, ζευγάρι που, ηλικίας, δύο, δυο
Μεταφράσεις: ζευγάρι, σπίρτο, συνταιριάζω, ζεύω, αγώνας, σπιθαμή, ταιριάζω, ζευγάρι που, ηλικίας, δύο, δυο