Ταλαντούχος στα ολλανδικά

Μετάφραση: ταλαντούχος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
getalenteerd, talentvol, begaafd, getalenteerde, talentvolle
Ταλαντούχος στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ταλαντούχος

ταλαντούχος κύριος ρίπλει, ταλαντούχος συνώνυμα, ταλαντούχος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, ταλαντούχος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ταλαντευόμενος στα ολλανδικά - wiebelend, wiebelig, wiebelende, wankele, wankel
  • ταλαντεύομαι στα ολλανδικά - zwieren, slingeren, zwaaien, zwiepen, schommel, bal, schiet
  • ταλαντώνομαι στα ολλανδικά - schommelen, slingeren, oscilleren, oscilleert, schommelt, trilt
  • ταμίας στα ολλανδικά - muntmeester, kashouder, kassier, penningmeester, schatbewaarder, treasurer, de penningmeester, ...
Τυχαίες λέξεις
Ταλαντούχος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: getalenteerd, talentvol, begaafd, getalenteerde, talentvolle