Τζάμι στα ολλανδικά
Μετάφραση: τζάμι, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
glas, drinkglas, paneel, deelvenster, venster, ruit
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τζάμι
τζάμι τζα, τζάμι ονειροκρίτης, τζάμι για τζάκι, τζάμι κουζίνας, τζάμι μπανιέρας, τζάμι λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τζάμι στα ολλανδικά
Μεταφράσεις
- τεύχος στα ολλανδικά - resultaat, afstammeling, indruk, afloop, effecten, gevolg, uitgeven, ...
- τζάκι στα ολλανδικά - schoorsteen, stookplaats, vuurhaard, haard, schouw, open haard, openhaard
- τζίρος στα ολλανδικά - omzet, de omzet, omzet van
- τζίτζικας στα ολλανδικά - cicade, cicada, de cicade, cicaden, van de cicade
Τυχαίες λέξεις
Τζάμι στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: glas, drinkglas, paneel, deelvenster, venster, ruit
Μεταφράσεις: glas, drinkglas, paneel, deelvenster, venster, ruit